Το κρύο αεράκι χάιδευε τα γυμνά μου χεριά και μαστίγωνε το πρόσωπο μου, όσο και αν φοβάμαι τις βόλτες με δίκυκλα τερατάκια πάντα μου άρεσε η ελευθεριά που σου προσφέρουν. Ο ήλιος αχνός, μερικές ηλιαχτίδες προσπερνούσαν τα σύννεφα και σαν ανταύγειες χάιδευαν τον ασφαλτωμένο δρόμο,μια λακκούβα εδώ μια εκεί το κορμί μου χόρευε στο ρυθμό της κακοτεχνίας. Ξαφνικά το μυαλό μου ταξιδεύει στο όνειρο που είδα εχθές σε έναν ύπνο βαρύ και γλυκό, ήταν λέει εκείνος ο παλιός φίλος σε ένα ατύχημα· το αμάξι κομμενο στην μεση εκεινος μια χαρα...και σκεφτομαι ολες τις φορες που τα ονειρα μου βγηκαν αληθινα και φοβαμαι. Υστερα ομως το μάτι μου πέφτει σε ένα σκυλάκι, που έχει βγάλει την μούρη του έξω από το παράθυρο και η γλώσσα του χορεύει στον αέρα, αυτό σκέφτομαι, είναι η αληθινή ελευθεριά. Μέτα όπως το φανάρι γίνετε από κόκκινο πράσινο και η σκέψη μου ταξιδεύει σε εσένα,σαν τα φανάρια έτσι και εσύ αλλάζεις χρώμα και απαγορεύεις οπότε θες την κίνηση των συναισθημάτων μου,τι μπορεί να κάνει ένα όχημα σαν εμένα παρά να περιμένει για το πράσινο σου? Τα σύννεφα κρύβουν τα σύννεφα και ο αέρας γίνετε πιο βίαιος μαζί μου,ο προορισμός μακρινός... Όσο και να τρέχει το τερατάκι δεν φτάνει, όσο και να μακραίνει ο δρόμος δεν τελειώνει ποτέ. Κοιτάζω τον ουρανό για ακόμα μια φορά μα δεν μου λέει τίποτα, ίσως δεν ξέρει ούτε και αυτός αν θα φτάσω ποτέ στον προορισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου